Αλλεργίες και αυτοάνοσα νοσήματα – Νέα έρευνα!

Προσπαθώντας να διερευνήσουν τη συσχέτιση αλλεργικών αντιδράσεων σε άτομα με αυτοάνοσο νόσημα, ειδικοί γιατροί και ερευνητές καταβάλουν προσπάθεια με τακτικές μελέτες και έρευνες. Η αλήθεια είναι ότι μέχρι σήμερα δεν ήταν καλά τεκμηριωμένη η συσχέτιση αυτή.

Μία συνεργασία των  τμημάτων για αλλεργία και ανοσολογία του πανεπιστημίου του Μπριμινγκχάμ, Μεγάλης Βρετανίας (Birmingham)* έρχεται να δώσει απαντήσεις σε σχέση με τρεις βασικές αλλεργικές αντιδράσεις: read more


θυρεοειδίτιδα riedel

Τι είναι η θυρεοειδίτιδα Riedel;

Εναλλακτικά ονόματα: χρόνια ινώδης ή ξυλώδης ή διηθητική θυρεοειδίτιδα ή βρογχοκήλη του Riedel.

H θυρεοειδίτιδα του Riedel (RT), είναι μια σπάνια, χρόνια φλεγμονώδης νόσος του θυρεοειδούς αδένα που χαρακτηρίζεται από μια πυκνή ίνωση, η οποία αντικαθιστά το κανονικό παρέγχυμα του θυρεοειδούς.
Η διαδικασία της ίνωσης εκτείνεται συχνά πέρα από το θυρεοειδή αδένα, στις παρακείμενες δομές του τραχήλου. Αυτό το χαρακτηριστικό διαφοροποιεί τη θυρεοειδίτιδα του Riedel από άλλες διαταραχές του θυρεοειδούς όπως τη θυρεοειδίτιδα Χασιμότο.

Η θυρεοειδίτιδα Riedel μπορεί να προσβάλει μόνο τον ένα ή και τους δύο λοβούς του θυρεοειδούς. To κατά πόσο θα επηρεαστεί η λειτουργία του θυρεοειδούς εξαρτάται από το βαθμό στον οποίο ο θυρεοειδής αδένας έχει αντικατασταθεί από ινώδη ιστό.
Οι περισσότεροι ασθενείς είναι ευθυρεοειδικοί δηλαδή η θυρεοειδική λειτουργία δεν επηρεάζεται.
Υποθυρεοειδισμός σημειώνεται περίπου στο 30% των περιπτώσεων.

Ορισμένοι ειδικοί παραδοσιακά πίστευουν ότι η θυρεοειδίτιδα του Riedel δεν είναι κατά κύριο λόγο μια ασθένεια του θυρεοειδούς, αλλά ότι είναι μια εκδήλωση της συστηματικής “πολυεστιακής ινοσκλήρυνσης”.

Επιπλοκές της θυρεοειδίτιδας Riedel

Λόγω της επέκτασης της ίνωσης έξω από το θυρεοειδή, οι επιπλοκές της θυρεοειδίτιδας Riedel μπορεί να περιλαμβάνουν τα ακόλουθα:

  • Απόφραξη της τραχείας
  • Δυσφωνία
  • Βραχνάδα 
  • Υποθυρεοειδισμό
  • Υποπαραθυρεοειδισμό
  • Δυσφαγία, δυσκολία στην κατάποση
  • Συριγμός – λόγω συμπίεσης της τραχείας

Ένα χαρακτηριστικό γνώρισμα της θυρεοειδίτιδας Riedel είναι η απουσία διογκωμένων τραχηλικών λεμφαδένων. Ωστόσο, η ακριβής διάγνωση της απαιτεί τη βιοψία του θυρεεοιδούς.

Οι μελέτες απεικόνισης κάποιες φορές είναι βοηθητικές, αλλά τα ευρήματα μπορεί να είναι μη ειδικά.
Τα εργαστηριακά ευρήματα είναι επίσης μη ειδικά. Η ταχύτητα καθίζησης ερυθρών αιμοσφαιρίων (ΤΚΕ) είναι συνήθως αυξημένη.

Μολονότι τα κλινικά χαρακτηριστικά της θυρεοειδίτιδας Riedel μοιάζουν πολύ με εκείνα του αναπλαστικού καρκινώματος του θυρεοειδούς, είναι δυνατό να διακριθούν με ανοσοϊστοχημικές μεθόδους.

Τα αντιθυρεοειδικά αντισώματα (TG-Ab και ΤΡΟ-Ab) βρέθηκαν να είναι αυξημένα στο 67% των 178 περιπτώσεων της Riedel θυρεοειδίτιδας. Ωστόσο, δεν είναι βέβαιο αν τα αντισώματα στην περίπτωση αυτή είναι παθογόνα ή αν η παρουσία τους απλώς αντανακλά την αντίδραση του ανοσοποιητικού συστήματος στα αντιγόνα που απελευθερώνονται λογω της καταστροφής του φυσιολογικού παρεγχύματος του θυρεοειδούς.

Τα επίπεδα IgG4 μπορούν να προσδιοριστούν στον ορό και είναι αυξημένα σε περισσότερο από το 95% των περιπτώσεων, μερικές φορές 25 φορές πάνω από το φυσιολογικό. Ωστόσο, τα επίπεδα μπορεί περιστασιακά να είναι φυσιολογικά.

Η σπανιότητα της Riedel θυρεοειδίτιδας (RT) κάνει τη διενέργεια ελεγχόμενων μελετών για την εύρεση αποτελεσματικής θεραπείας ανέφικτη. Η φαρμακολογική θεραπεία περιλαμβάνει τη χρήση κορτικοστεροειδών και ταμοξιφένης.
Για ασθενείς ανθεκτικούς σε αυτές τις θεραπείες, υπάρχουν λιγότερο καλά επικυρωμένες μελέτες, οι οποίες έχουν συμπεριλάβει τη χρήση rituximab.
Η λεβοθυροξίνη μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη θεραπεία των ασθενών που αναπτύσσουν υποθυρεοειδισμό. Η καλσιτριόλη μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε περίπτωση ανάπτυξης υποπαραθυρεοειδισμού.

Η χειρουργική επέμβαση για τους ασθενείς με θυρεοειδίτιδα του Riedel εξυπηρετεί το διπλό σκοπό της διάγνωσης και της ανακούφισης της πίεσης της τραχείας και ενδείκνυται όταν η βιοψία είναι απαραίτητη για τη διάγνωση και η φαρμακευτική θεραπεία δε φέρνει σημαντικό όφελος.

Διαβάστε ακόμη για την

υποξεία θυρεοειδίτιδα read more


Υποξεία θυρεοειδίτιδα: συμπτώματα, διάγνωση και θεραπεία

Η υποξεία θυρεοειδίτιδα (κοκκιωματώδης ή γιγαντοκυτταρική ή θυ­ρεοειδίτιδα De Quervain) είναι μια φλεγμονώδης πάθηση του θυρεοειδούς αδένα, πιθανότατα ιογενούς αιτιολογίας που εμφανίζεται συνήθως λίγες εβδομάδες μετά από λοίμωξη του ανώτερου αναπνευστικού. Αποτελεί το 5% των κλινικών θυρεοειδικών διαταραχών και αφορά κυρίως γυναίκες, οι οποίες προσβάλλονται έως και τρεις φορές συχνότερα από τους άνδρες, συχνότερα σε ηλικίες 30-50 ετών.

Πολλοί ιοί, όπως της παρωτίτιδας, ο ιός coxsackie, της γρίπης, αδενοϊοί και echo ιοί, έχουν ενοχοποιηθεί,  είτε λόγω ανεύρεσης του ιού σε κύτταρα βιοψίας, είτε λόγω της ανίχνευσης αυξημένων τίτλων αντισωμάτων έναντι στον ιό στη διάρκεια της λοίμωξης. Οι προσπάθειες όμως ανίχνευσης του ιού στους ασθενείς είναι συχνά ανεπιτυχείς και δεν επηρεάζουν τη θεραπεία της θυρεοειδίτιδας. Η ανίχνευση HLA-B35 σε αυξημέ­νη συχνότητα στις υποξείες θυρεοειδίτιδες μαρτυρά και κάποια γενετική προδιάθεση.

Τα συμπτώματα της υποξείας θυρεοειδίτιδας

Ο ασθενής με υποξεία θυρεοειδίτιδα εμφανί­ζει συνήθως πυρετό, κακουχία, εύκολη κόπωση, μυαλγίες και κυρίως άλγος στον τράχηλο άμφω ή και ετερόπλευρα, συχνά με αντανάκλαση του άλγους στην κάτω γνάθο και το σύστοιχο αυτί. Συνήθως δεν συνυπάρχει διόγκωση των λεμφαδένων, ενώ όχι σπάνια παρατηρείται και δυσκαταποσία.
Υπάρχει και η μεταναστευτική (έρπουσα) μορφή της υποξείας θυρεοειδίτιδας (creeping thyroi­ditis) κατά την οποία τα συμπτώματα μεταναστεύουν από τη μία περιοχή στην άλλη.

Στην υποξεία θυρεοειδίτιδα παρατηρούνται τρεις κλινικές φάσεις:

 Η υπερθυρεοειδική φάση στη διάρκεια της οποίας είναι οι τιμές των Τ3 και Τ4 υψηλές λόγω της μαζικής απελευθέρωσής τους στην κυκλοφορία, εξαιτίας της καταστροφής του θυρεοειδικού ιστού. Η TSH και η πρόσληψη ραδιενεργού ιωδίου 131Ι είναι χαμηλές. Εκδηλώνεται με συμπτώματα υπερθυρεοειδισμού, όπως φλεβοκομβική ταχυ­καρδία, εφίδρωση, λεπτό τρόμο και ενδεχομένως απώλεια βάρους. Δεν υπάρχει οφθαλμοπάθεια.
Μια παροδική ευθυρεοειδική φάση και στη συνέχεια μια
Yποθυρεοειδική φάση με 

αύξηση της TSH read more