Βιταμίνη D, Χοληστερίνη LDL και HDL

Η βιταμίνη D μπορεί να βελτιώσει τις τιμές LDL, HDL και την ολική  χοληστερίνη! Αυτό έδειξαν πρόσφατες έρευνες, που ως επίκεντρο τους είχαν την επίδραση και την ωφέλεια της βιταμίνης D στον μεταβολισμό του ασβεστίου και συνεπώς στη δομή των οστών, όπως επίσης και στο ανοσοποιητικό σύστημα. Επιπλέον μία έρευνα του 2017 ήρθε να επιβεβαιώσει την θετική επίδραση της βιταμίνης D σε όλα τα επίπεδα λιπιδίων στο αίμα.

Τα επίπεδα της χοληστερόλης μας, μας δίνουν πολλές πληροφορίες για την υγεία μας.

Οι πιο γνωστές τιμές είναι η LDL και HDL, καθώς και τα επίπεδα της ολικής χοληστερίνης.

Η ολική χοληστερίνη και η LDL χοληστερόλη θα πρέπει να είναι ιδανικά όσο το δυνατόν πιο χαμηλές. Ενώ η τιμή HDL θα πρέπει να είναι τουλάχιστον 40 mg/dl ή ιδανικά ακόμα υψηλότερη. Ωστόσο, υπάρχουν διάφοροι τρόποι αξιολόγησης.

Ένας βασικός τρόπος αξιολόγησης είναι η αναλογία ανάμεσα στην ολική χοληστερίνη και την τιμή HDL. Αυτή η τιμή υπολογίζεται διαιρώντας την γενική τιμή χοληστερίνης με την τιμή HDL. Για παράδειγμα αν η γενική τιμή είναι 200 και η HDL είναι 40, τότε διαιρούμε 200/40=5

Επιθυμητό για έναν υγιή άνθρωπο είναι το αποτέλεσμα της διαίρεσης να είναι  4,4 ή λιγότερο (παράδειγμα: 195/45=4,33) Εάν η τιμή είναι στο 3,3 ο καρδιαγγειακός κίνδυνος μειώνεται κατά το ήμισυ (παράδειγμα: 165/50=3,3) Τα παραδείγματα σε παρένθεση δείχνουν ότι ακόμη και μικρές βελτιώσεις στα επίπεδα των τιμών μπορούν να οδηγήσουν σε ανακατάταξη του ατόμου από την ομάδα κινδύνου σε κανονική ομάδα.

Τι ρόλο παίζει η βιταμίνη D;

Ένα καλό βήμα για να επιτευχθούν καλύτερα επίπεδα χοληστερόλης στο αίμα είναι η κάλυψη μίας τυχών έλλειψης σε βιταμίνη D. Μία μελέτη που διεξήχθη από επιστήμονες του πανεπιστημίου John Hopkins στη Βαλτιμόρη, Μέριλαντ, ΗΠΑ, έδειξε άμεσο συσχετισμό! Για το σκοπό αυτό, οι ερευνητές ανέλυσαν δεδομένα από περισσότερους από 13.000 ανθρώπους με μέσο όρο ηλικίας 57 ετών, τα οποία συμμετείχαν στην μελέτη “Κίνδυνος αρτηριοσκλήρωσης  στις κοινότητες” (ARIC). Το ARIC είναι ένα μακροχρόνιο σχέδιο που έχει ανακαλύψει και διερευνήσει παράγοντες κινδύνου για τις αποτιτανώσεις αρτηριών από το 1987 με τη συμμετοχή πολυάριθμων πανεπιστημίων και άλλων ερευνητικών ιδρυμάτων.

Σε κάποια φάση της έρευνας οι επιστήμονες του Hopkins επικεντρώθηκαν στα επίπεδα της βιταμίνης D των συμμετεχόντων. Ειδικότερα εξέτασαν τις τιμές calcidiol ή 25 (ΟΗ) βιταμίνης D3. Αυτή είναι η μορφή της βιταμίνης D που ο οργανισμός μετατρέπει έπειτα σε ενεργή 1,25 (ΟΗ)2-βιταμίνη-D3 (καλσιτριόλη). Όταν τα επίπεδα της 25 (ΟΗ) βιταμίνης D3 είναι κάτω από 20 ng/ml αναφερόμαστε σε ανεπάρκεια βιταμίνης D.

Στην παρούσα ανάλυση, οι ερευνητές παρατήρησαν ότι η ανεπάρκεια βιταμίνης D συνδέονταν με ένα χαμηλότερο επίπεδο τιμής HDL, κατά μέσο όρο 3,02 mg/dl και το αποτέλεσμα της διαίρεσης που προαναφέραμε ήταν κατά 0,18 υψηλότερο. Ωστόσο, οι επιστήμονες δεν ήταν σε θέση να προσδιορίσουν τυχόν σχετικές διακυμάνσεις των επιπέδων τριγλυκεριδίων και LDL σε σχέση με τις τιμές βιταμίνης D.

Εάν έχετε διαταραχή μεταβολισμού του λίπους, ελέγξτε την ανεπάρκεια της βιταμίνης D

Σε αυτή την χρονική στιγμή, οι Αμερικανοί ερευνητές δεν μπόρεσαν επίσης να προβούν σε δηλώσεις σχετικά με την αιτιώδη συνάφεια μεταξύ των επιπέδων της βιταμίνης D και του ποσοστού της χοληστερόλης.

Μένουν να μελετηθούν εκτενέστερα τα αποτελέσματα της μελέτης αυτής. Ωστόσο, οι συντάκτες της μελέτης υποδεικνύουν πως ένα άτομο με διαταραχή στον μεταβολισμού του λίπους θα πρέπει να ξεκινήσει άμεσα την λήψη βιταμίνης D.

Quelle: Faridi, K. F., et al., Serum vitamin D and change in lipid levels over 5 y: The Atherosclerosis Risk in Communities study, Nutrition. 2017 Jun;38, S. 85 – 93.

Άρθρο: Aνθή Αντωνίου, hashimotaki

Facebooktwittermail

Αφήστε μια απάντηση