θυρεοειδίτιδα riedel

Τι είναι η θυρεοειδίτιδα Riedel;

Εναλλακτικά ονόματα: χρόνια ινώδης ή ξυλώδης ή διηθητική θυρεοειδίτιδα ή βρογχοκήλη του Riedel.

H θυρεοειδίτιδα του Riedel (RT), είναι μια σπάνια, χρόνια φλεγμονώδης νόσος του θυρεοειδούς αδένα που χαρακτηρίζεται από μια πυκνή ίνωση, η οποία αντικαθιστά το κανονικό παρέγχυμα του θυρεοειδούς.
Η διαδικασία της ίνωσης εκτείνεται συχνά πέρα από το θυρεοειδή αδένα, στις παρακείμενες δομές του τραχήλου. Αυτό το χαρακτηριστικό διαφοροποιεί τη θυρεοειδίτιδα του Riedel από άλλες διαταραχές του θυρεοειδούς όπως τη θυρεοειδίτιδα Χασιμότο.

Η θυρεοειδίτιδα Riedel μπορεί να προσβάλει μόνο τον ένα ή και τους δύο λοβούς του θυρεοειδούς. To κατά πόσο θα επηρεαστεί η λειτουργία του θυρεοειδούς εξαρτάται από το βαθμό στον οποίο ο θυρεοειδής αδένας έχει αντικατασταθεί από ινώδη ιστό.
Οι περισσότεροι ασθενείς είναι ευθυρεοειδικοί δηλαδή η θυρεοειδική λειτουργία δεν επηρεάζεται.
Υποθυρεοειδισμός σημειώνεται περίπου στο 30% των περιπτώσεων.

Ορισμένοι ειδικοί παραδοσιακά πίστευουν ότι η θυρεοειδίτιδα του Riedel δεν είναι κατά κύριο λόγο μια ασθένεια του θυρεοειδούς, αλλά ότι είναι μια εκδήλωση της συστηματικής “πολυεστιακής ινοσκλήρυνσης”.

Επιπλοκές της θυρεοειδίτιδας Riedel

Λόγω της επέκτασης της ίνωσης έξω από το θυρεοειδή, οι επιπλοκές της θυρεοειδίτιδας Riedel μπορεί να περιλαμβάνουν τα ακόλουθα:

  • Απόφραξη της τραχείας
  • Δυσφωνία
  • Βραχνάδα 
  • Υποθυρεοειδισμό
  • Υποπαραθυρεοειδισμό
  • Δυσφαγία, δυσκολία στην κατάποση
  • Συριγμός – λόγω συμπίεσης της τραχείας

Ένα χαρακτηριστικό γνώρισμα της θυρεοειδίτιδας Riedel είναι η απουσία διογκωμένων τραχηλικών λεμφαδένων. Ωστόσο, η ακριβής διάγνωση της απαιτεί τη βιοψία του θυρεεοιδούς.

Οι μελέτες απεικόνισης κάποιες φορές είναι βοηθητικές, αλλά τα ευρήματα μπορεί να είναι μη ειδικά.
Τα εργαστηριακά ευρήματα είναι επίσης μη ειδικά. Η ταχύτητα καθίζησης ερυθρών αιμοσφαιρίων (ΤΚΕ) είναι συνήθως αυξημένη.

Μολονότι τα κλινικά χαρακτηριστικά της θυρεοειδίτιδας Riedel μοιάζουν πολύ με εκείνα του αναπλαστικού καρκινώματος του θυρεοειδούς, είναι δυνατό να διακριθούν με ανοσοϊστοχημικές μεθόδους.

Τα αντιθυρεοειδικά αντισώματα (TG-Ab και ΤΡΟ-Ab) βρέθηκαν να είναι αυξημένα στο 67% των 178 περιπτώσεων της Riedel θυρεοειδίτιδας. Ωστόσο, δεν είναι βέβαιο αν τα αντισώματα στην περίπτωση αυτή είναι παθογόνα ή αν η παρουσία τους απλώς αντανακλά την αντίδραση του ανοσοποιητικού συστήματος στα αντιγόνα που απελευθερώνονται λογω της καταστροφής του φυσιολογικού παρεγχύματος του θυρεοειδούς.

Τα επίπεδα IgG4 μπορούν να προσδιοριστούν στον ορό και είναι αυξημένα σε περισσότερο από το 95% των περιπτώσεων, μερικές φορές 25 φορές πάνω από το φυσιολογικό. Ωστόσο, τα επίπεδα μπορεί περιστασιακά να είναι φυσιολογικά.

Η σπανιότητα της Riedel θυρεοειδίτιδας (RT) κάνει τη διενέργεια ελεγχόμενων μελετών για την εύρεση αποτελεσματικής θεραπείας ανέφικτη. Η φαρμακολογική θεραπεία περιλαμβάνει τη χρήση κορτικοστεροειδών και ταμοξιφένης.
Για ασθενείς ανθεκτικούς σε αυτές τις θεραπείες, υπάρχουν λιγότερο καλά επικυρωμένες μελέτες, οι οποίες έχουν συμπεριλάβει τη χρήση rituximab.
Η λεβοθυροξίνη μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη θεραπεία των ασθενών που αναπτύσσουν υποθυρεοειδισμό. Η καλσιτριόλη μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε περίπτωση ανάπτυξης υποπαραθυρεοειδισμού.

Η χειρουργική επέμβαση για τους ασθενείς με θυρεοειδίτιδα του Riedel εξυπηρετεί το διπλό σκοπό της διάγνωσης και της ανακούφισης της πίεσης της τραχείας και ενδείκνυται όταν η βιοψία είναι απαραίτητη για τη διάγνωση και η φαρμακευτική θεραπεία δε φέρνει σημαντικό όφελος.

Διαβάστε ακόμη για την υποξεία θυρεοειδίτιδα ή θυρεοειδίτιδα δε Quervain.

Ευαγγελία Γιαζιτζόγλου MD
Ενδοκρινολόγος – Διαβητολόγος

 

Facebooktwittermail

3 thoughts on “Τι είναι η θυρεοειδίτιδα Riedel;

Αφήστε μια απάντηση