Ο υποθυρεοειδισμός εμφανίζεται όταν ο θυρεοειδής αδένας αποτυγχάνει να παράγει επαρκή ποσότητα θυρεοειδικής ορμόνης για τις ανάγκες του σώματος. Η θυροξίνη, η κύρια ορμόνη που παράγεται από τον θυρεοειδή αδένα, μπορεί να λαμβάνεται από το στόμα με τη μορφή λεβοθυροξίνης (χάπι για τον θυρεοειδή) για τη θεραπεία του υποθυρεοειδισμού. Πολλά φάρμακα, τρόφιμα και συμπληρώματα μπορεί να επηρεάσουν την απορρόφηση της λεβοθυροξίνης από το έντερο. Όταν τα στοιχεία αυτά ληφθούν την ίδια ώρα ή κοντά στον χρόνο λήψης λεβοθυροξίνης η ποσότητα λεβοθυροξίνης που εισάγεται στο σώμα δεν απορροφάται από τον οργανισμό, οδηγώντας σε ανεπαρκή αντιμετώπιση του υποθυρεοειδισμό και συχνές αλλαγές στη λεβοθυροξίνη δόση.
Ετικέτα: θεραπεία με θυροξίνη
Τι είναι η υγρή λεβοθυροξίνη και πότε χορηγείται;
H λεβοθυροξίνη (L-T4) είναι το φάρμακο που χρησιμοποιείται σε όλο τον κόσμο για τη θεραπεία υποκατάστασης σε ασθενείς με υποθυρεοειδισμό. Η λεβοθυροξίνη χρησιμοποιείται επίσης ως θεραπεία καταστολής μετά από χειρουργική αφαίρεση καρκίνου του θυρεοειδούς και για τη θεραπεία ασθενών με οζώδη βρογχοκήλη, προκειμένου να ανασταλεί η ανάπτυξή τους, αν και αυτή η χρήση αμφισβητείται ακόμη.
Η λεβοθυροξίνη απομονώθηκε για πρώτη φορά από τον Kendall το 1914, από αφυδατωμένο θυρεοειδή ζωικής προέλευσης.
Η συνθετική L-Τ4 τέθηκε σε χρήση για τη θεραπεία νόσων του θυρεοειδούς στη δεκαετία του 1950.
Παραδοσιακά, η λεβοθυροξίνη είναι διαθέσιμη σε μορφή δισκίου. Περίπου το 60-90% της δόσης απορροφάται στη νήστιδα και τον ειλεό μέσα σε 3 ώρες από τη λήψη. Η απορρόφηση είναι μέγιστη όταν λαμβάνεται με άδειο στομάχι, γεγονός που καταδεικνύει τη σημασία της γαστρικής οξύτητας στη διαδικασία.
Στην πραγματικότητα, το οξύ γαστρικό ρΗ είναι απαραίτητο για τη διάλυση του δισκίου, την αφαίρεση των ιόντων νατρίου και τη μετατροπή της L-Τ4 σε ένα λιπόφιλο μόριο.
Πρόσφατα, νέες μορφές L-T4, όπως μια κάψουλα μαλακής γέλης (soft gel capsule) και η λεβοθυροξίνη σε υγρή μορφή, έχουν διατεθεί…
Γνωρίζοντας το θυρεοειδή αδένα
Οι φίλοι της είχαν αντιληφθεί τη διαφορά.
Είχε γίνει ανήσυχη, ένιωθε κουρασμένη όλη την ώρα και είχε αρχίσει να κερδίζει βάρος. Εκείνη δεν έδινε σημασία σε αυτές τις αλλαγές, τις είχε αποδώσει στο εργασιακό άγχος. Οι εξετάσεις αίματος έδειξαν όμως ότι στα 30 της, είχε υποθυρεοειδισμό, μια κατάσταση κατά την οποία ο οργανισμός διαθέτει ανεπαρκή ποσότητα θυρεοειδικών ορμονών.